Ο Προϋπολογισμός του 2022 είναι ο δεύτερος που κατατίθεται προς ψήφιση σε συνθήκες πανδημίας και ο τρίτος από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Όσοι προσδοκούσαν ότι το σχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού 2022, σε ό,τι αφορά τον αθλητισμό, θα λάβει υπόψη τα πλήγματα που δέχτηκε από τις επιλογές για τα διαδοχικά lockdown και το απόλυτο «σφράγισμα» των αθλητικών δραστηριοτήτων (αντίθετα από ό,τι συνέβη στην υπόλοιπη Ευρώπη), διαψεύσθηκαν.
Πρώτον, θα ήταν εύλογο ο «αθλητικός» προϋπολογισμός να διέπεται από μια λογική υποστήριξης του ανθρώπινου δυναμικού, των εργαζόμενων που επλήγησαν, των πολιτών που βρήκαν καταφύγιο στη σωματική άσκηση, αφού οι οργανωμένες αθλητικές υπηρεσίες «σφραγίστηκαν».
Δεύτερον, θα ήταν αναμενόμενο η Πολιτεία να αξιοποιήσει τον Προϋπολογισμό ως ευκαιρία για την ανάπτυξη πολιτικών που συνδέουν τη σωματική άσκηση και τον αθλητισμό με τη δημόσια υγεία. Αλλά δυστυχώς, ο αθλητισμός αντιμετωπίσθηκε ως απειλή κι όχι ως ασπίδα γι’ αυτή.
Επιπρόσθετα, στο σχέδιο του Προϋπολογισμού δεν διαφαίνεται αναπτυξιακή αντίληψη, ούτε προσπάθεια βελτίωσης των αθλητικών υποδομών σε περιφερειακό επίπεδο, με αποκεντρωτική και θεματική αθλητική λογική.
Μάλιστα, τα οικονομικά δεδομένα του Κρατικού Προϋπολογισμού για το 2022 δεν συνηγορούν ότι υπάρχει στρατηγική βελτίωσης των συνθηκών, ώστε περισσότεροι πολίτες να έχουν ίσες ευκαιρίες ένταξης και συμμετοχής στη διαδικασία είτε της σωματικής άσκησης είτε του αγωνιστικού αθλητισμού. Και φυσικά, δεν προκύπτει σχέδιο πολύπλευρης στήριξης του αθλητισμού «υψηλών επιδόσεων» και των εθνικών μας ομάδων. Να υπάρξει δηλαδή συνολική αθλητική πολιτική με ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα.
Αντιθέτως, είναι εμφανής η επιμονή σε μια ακραία νεοφιλελεύθερη αντίληψη, αποδόμησης και αποψίλωσης του κράτους πρόνοιας και σε αυτόν τον τομέα, με παράλληλη εκχώρηση κρίσιμων κομματιών της αθλητικής πολιτικής στην ιδιωτική επιχειρηματικότητα, χωρίς μάλιστα πλαίσιο κανόνων, ελέγχου και λογοδοσίας. Σε αυτήν την κατεύθυνση, ο Προϋπολογισμός του 2022 αποτελεί συνέχεια μιας πολιτικής στον αθλητισμό, που έχει δυο βασικά χαρακτηριστικά: συστηματική ιδιωτικοποίησή του και καταστρατήγηση κάθε ρύθμισης του πεδίου στη βάση της λογικής «η αγορά θα προσφέρει τισ λύσεις», με ό,τι αυτή έχει εμπειρικά προκαλέσει στο παρελθόν και με δεδομένη την τοξική κατάσταση ειδικά στον τομέα του επαγγελματικού αθλητισμού στην Ελλάδα.
Ο τακτικός προϋπολογισμός του Υπουργείου Πολιτισμού – Αθλητισμού (ΥΠΠΟΑ) μαζί με το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) για το 2022 αντιστοιχεί στο 0,05% των συνολικών δαπανών του Τακτικού Προϋπολογισμού (417,55 εκατ. ευρώ σε σύνολο 806,74 δισ. ευρώ). Οι δαπάνες για τον πολιτισμό και τον αθλητισμό είναι απογοητευτικές και συνιστούν διόλου κολακευτικό δεδομένο για την Ελληνική Πολιτεία.
Ο αθλητισμός (με φορέα την ΓΓΑ), το 2022 λαμβάνει 93,03 εκατ. ευρώ, έναντι 55,01 εκατ. ευρώ για το 2021, δηλαδή το απειροελάχιστο ποσοστό του 0,01% του συνολικού προϋπολογισμού δαπανών.
Έχει ενσωματωθεί ως αύξηση, κυρίως στις Μεταβιβαστικές Πληρωμές (ο κωδικός που αφορά στις παραγωγικές δαπάνες) το ποσό των 35 εκατ. ευρώ, το οποίο προέρχεται από τη φορολόγηση του αθλητικού στοιχήματος. Έτσι, οι Μεταβιβαστικές Πληρωμές του 2021 (44,53 εκατ. ευρώ) αυξάνονται σε 82,53 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, το μεγαλύτερο μέρος του ποσού των 35 εκατ. ευρώ (περίπου τα 29,2 εκατ. ευρώ) έχουν ήδη διατεθεί στις Αθλητικές Ανώνυμες Εταιρείες, ενώ δεν έχει αποδοθεί ακόμα στα ερασιτεχνικά αθλητικά σωματεία ούτε το αντίστοιχο ποσό του 2021. Η δυνατότητα απορρόφησης του παραπάνω ποσού από τα ερασιτεχνικά σωματεία τίθεται εν αμφιβόλω καθώς, προκειμένου να εισπράξουν τη χρηματοδότηση, πρέπει να παρουσιάζουν έσοδα από χορηγίες, διαφημίσεις, τηλεοπτικά δικαιώματα, συνδρομές μελών και εισιτήρια τουλάχιστον ισόποσα αυτής και να αλλοιώσουν τον ιδρυτικό-ερασιτεχνικό τους χαρακτήρα. (ΚΥΑ, ΦΕΚ Β’, 1075)
Η απόφαση μεταφοράς κομματιού της αθλητικής «πίτας» και δημοσίων εσόδων στις ανώνυμες αθλητικές εταιρείες (ΠΑΕ και ΚΑΕ) αφορά στον πυρήνα της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής, μέρος της οποίας είναι η διανομή δημόσιων πόρων υπέρ αποκλειστικά μεμονωμένων ιδιωτικών συμφερόντων.
Στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων του ΥΠΠΟΑ για τον τομέα Αθλητισμού (ΓΓΑ) δεν έχει προβλεφθεί κανένας πόρος (0 ευρώ) για το 2022, για την υποστήριξη των αθλητικών υποδομών. Έχουν αφαιρεθεί, συγκριτικά με το 2020, οι λίγοι πόροι από το Εθνικό Σκέλος του ΠΔΕ, ενώ για το 2022 έχουν αφαιρεθεί και οι πόροι από το ΕΣΠΑ για τον ψηφιακό εκσυγχρονισμό της Γ.Γ.Α. (το υπόλοιπο του εν εξελίξει Προγράμματος – 400 χιλ. ευρώ).
Εδώ πρέπει να γίνει μια παρένθεση και να τονισθεί, ότι την τελευταία δεκαπενταετία, η απορρόφηση πόρων του ΠΔΕ από τον τομέα του πολιτισμού στο ΥΠΠΟΑ ποτέ δεν υπερέβη το 25%, σε αντίθεση με τα έργα του τομέα αθλητισμού, των οποίων η απορρόφηση έφτανε μέχρι και το 120% την περίοδο 2015-19. Έτσι ο αθλητισμός υλοποιούσε μεν ένα σημαντικό εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης των υποδομών από τα αδιάθετα του τομέα πολιτισμού, όχι πάντως από ένα αυτοτελές κομμάτι του ΠΔΕ προορισμένο ειδικά για αυτόν. Παράλληλα όμως, την ίδια περίοδο, το παραπάνω έλλειμμα καλυπτόταν μέσω της υλοποίησης μιας σειράς πολύ αποτελεσματικών προγραμμάτων που στόχευαν στις αθλητικές υποδομές (Ενεργειακής Αναβάθμισης, Φιλόδημος, Αθλητικών Υποδομών Σχολικών Μονάδων κλπ)
Από τα 50 εκατ. ευρώ του Εθνικού Προγράμματος Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που εντάσσονται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Πολιτισμού-Αθλητισμού, για τον Τομέα Αθλητισμού δεν προβλέπεται «ούτε μισό ευρώ». Με απλά λόγια: ο αθλητισμός δεν εντοπίζεται ούτε στο Σχέδιο Ανάκαμψης, ούτε σε άλλο χρηματοδοτικό εργαλείο.
Εάν από τον κωδικό των Μεταβιβαστικών Πληρωμών, αφαιρεθεί η εισροή από τον στοιχηματισμό, που μέχρι στιγμής έχει καταλήξει στις ανώνυμες εταιρείες και όχι στον αθλητισμό (ανθρώπινο δυναμικό, αναπτυξιακές πολιτικές, αθλητικές υποδομές), προκύπτει μηδαμινή διαφορά σε σχέση με το 2021. Εύλογα, εφόσον δεν έχουν προβλεφθεί οι αναγκαίοι πόροι, δημιουργείται μεγάλη ανησυχία, για την κάλυψη των υποχρεώσεων προς τους διακριθέντες/θείσες αθλητές/αθλήτριες, για τη συντήρηση των Εθνικών Αθλητικών Κέντρων και για την έγκαιρη αποπληρωμή των εν εξελίξει κατασκευαστικών έργων των προηγούμενων ετών.
Σε σχέση με τον Προϋπολογισμό Επιδόσεων και τον συνυπολογισμό των δαπανών για τον αθλητικό τομέα συνολικά και ανεξαρτήτως φορέα χρηματοδότησης, (προγράμματα όλων των Υπουργείων και αδιάθετες πιστώσεις από το ΠΔΕ του τομέα πολιτισμού), δεν προκύπτει αύξηση των πόρων του αθλητισμού, πέραν της εισροής των χρημάτων από τον στοιχηματισμό (88 εκατ. ευρώ έναντι 54,1 εκατ. ευρώ. το 2021).
Η περαιτέρω ανάλυση καταδεικνύει μείωση των πόρων για τα έργα υποδομών του αθλητισμού, κατά 62%, (από 4.86 εκατ. ευρώ το 2021 σε 1,86 εκατ. ευρώ για το 2022). Αυτό αποδεικνύει, ότι ενώ τα έτη 2019, 2020 και 2021 οι πόροι για δημόσια αθλητικά έργα, έστω και σε φθίνουσα πορεία, κρατήθηκαν σε ένα επίπεδο, τέτοιο ώστε να εξυπηρετούνται τα συμβασιοποιημένα και εκτελούμενα έργα του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων της περιόδου 2015-19 (συνολικά 420 έργα στο ΠΔΕ), για το έτος 2022 η χρηματοδότηση διακόπτεται, καθώς, τη περίοδο μετά το 2019, δεν υφίσταται κανένα συγκροτημένο- εθνικό σχέδιο και προγραμματισμός ένταξης νέων έργων.
Από το σχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού του 2022 αναδεικνύονται πάλι δυο μείζονα στρατηγικά και διαχρονικά προβλήματα του ελληνικού αθλητισμού, που δεν λύθηκαν ούτε σε προηγούμενες περιόδους και κυβερνητικές θητείες:
Πρώτον, ο ελληνικός αθλητισμός λειτουργεί μεν ως οικονομικό εργαλείο, συμβάλλοντας άμεσα ή έμμεσα στη δημιουργία σημαντικού μέρους του εθνικού πλούτου, δεν λαμβάνει όμως -ανταποδοτικά- όσα του αναλογούν.
Δεύτερον, ο ελληνικός αθλητισμός ασφυκτιά από τις στενές αντιλήψεις του πολιτικού προσωπικού της χώρας (κεντρικού και τοπικού επιπέδου), που τον εκμεταλλεύεται πελατειακά ασχολούμενο κυρίως με το επαγγελματικό ποδόσφαιρο, όντας παράλληλα, εγκλωβισμένος μέσα στις γραφειοκρατίες των υπουργείων στα οποία εντάσσεται ευκαιριακά (πολιτισμού, παιδείας, παλαιότερα τουρισμού κλπ), οι οποίες εκ της εμπειρίας τον αποζυμούν συστηματικά.
Η αντίφαση αυτή μπορεί να λυθεί μόνο με μία δομική αλλαγή και με τη στρατηγική απόφαση για τη δημιουργία αυτοτελούς υπουργείου Αθλητισμού και Νέας Γενιάς για την εφαρμογή συγκεκριμένων πολιτικών αναβάθμισης του αθλητισμού και πολλαπλασιασμού της ωφελιμότητάς του για το σύνολο της κοινωνίας.
Του Ιούλιου Συναδινού, Εκπαιδευτικού, Ph.D. Παιδαγωγικών Επιστημών (Αθλητική Κοινωνιολογία), τ. Γενικού Γραμματέα Αθλητισμού