Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 υπήρξε ένα κορυφαίο γεγονός με πανευρωπαϊκή σημασία, που οδήγησε στη δημιουργία ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Επί αιώνες οι Έλληνες ήταν υπό την κυριαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ως υπόδουλοι χριστιανοί (ραγιάδες). Ωστόσο, στις αρχές του 19ου αιώνα, διάφοροι παράγοντες είχαν ωριμάσει ώστε η ιδέα μιας γενικευμένης εξέγερσης να μην είναι τυχαία ή «ανώριμη», αλλά προϊόν μοναδικών συνθηκών στην Ευρώπη και τον κόσμο. . Το ερώτημα «γιατί ξέσπασε η Επανάσταση στις 25 Μαρτίου 1821;» έχει απασχολήσει τους ιστορικούς και έχει δοθεί πληθώρα ερμηνειών. Πράγματι, τα αίτια και ο τρόπος έναρξης της Επανάστασης έχουν διχάσει τους ειδικούς. Σήμερα γνωρίζουμε ότι ένας συνδυασμός ιδεολογικών/πολιτικών ζυμώσεων και κοινωνικοοικονομικών εξελίξεων –εσωτερικών και εξωτερικών– συνέβαλαν καθοριστικά στο ξέσπασμα του αγώνα των Ελλήνων κόντρα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Στα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα, ο υπόδουλος ελληνισμός είχε γνωρίσει σημαντικές αλλαγές. Ήδη από την εποχή αμέσως μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης (1453), πολλοί Έλληνες είχαν αναρριχηθεί σε αξιώματα της οθωμανικής διοίκησης. Οι περίφημοι Φαναριώτες λόγιοι και έμποροι, για παράδειγμα, πέτυχαν να καταλάβουν υψηλές θέσεις όπως του Μεγάλου Δραγουμάνου (από το 1661) και αργότερα των ηγεμόνων στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες.
Παράλληλα, στις ελληνόφωνες περιοχές της αυτοκρατορίας είχαν δοθεί ορισμένα προνόμια –χαμηλότερη φορολογία σε μέρη όπως η Πελοπόννησος, δικαίωμα στην ιδιοκτησία γης κ.α.– με αποτέλεσμα μια τάξη εύπορων προκρίτων (κοτζαμπάσηδων) να ισχυροποιηθεί. Αυτό το ντόπιο προεστικό στοιχείο, μαζί με την ανώτερη κλήρο, θα παίξει αργότερα ρόλο στην ηγεσία της Επανάστασης. Την ίδια περίοδο, πολλοί μορφωμένοι Έλληνες ταξίδευαν ή ζούσαν στην Ευρώπη, σχηματίζοντας ακμάζουσες κοινότητες σε πόλεις όπως η Βιέννη, η Τεργέστη, το Βουκουρέστι και η Οδησσός. Εκεί ήρθαν σε επαφή με νέες ιδέες και δημιούργησαν δίκτυα διαφωτισμού και εμπορίου που θα τροφοδοτήσουν τον Αγώνα.
Κοινωνικοοικονομικά αίτια: Ελληνική ευημερία και οθωμανική παρακμή
Ένας θεμελιώδης λόγος για το ξέσπασμα της Επανάστασης ήταν η μεταβολή των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών των υπόδουλων Ελλήνων. Στους δύο προηγούμενους αιώνες, ο ελληνικός πληθυσμός είχε αυξηθεί και είχε αναδυθεί μια ισχυρή ελληνική αστική τάξη εμπόρων και πλοιοκτητών. Οι Έλληνες έμποροι και ναυτικοί, εκμεταλλευόμενοι τόσο τις ικανότητές τους όσο και συγκυρίες, κυριάρχησαν στο εμπόριο της ανατολικής Μεσογείου από τα τέλη του 17ου αιώνα.
Ιδιαίτερα μετά τη Συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774), που επέτρεψε σε ορθόδοξους υπό την προστασία της Ρωσίας να εμπορεύονται πιο ελεύθερα, και κατά τη διάρκεια των Ναπολεόντειων Πολέμων, οι Έλληνες πλοιοκτήτες των νησιών (Ύδρα, Σπέτσες, Ψαρά) απέκτησαν τεράστιο μερίδιο στο θαλάσσιο εμπόριο. Η οικονομική αυτή άνθηση δημιούργησε πλούτο και αυτοπεποίθηση σε ένα τμήμα των υπόδουλων, αλλά και επαφή με τον έξω κόσμο.
Δεν έλειπαν όμως και οι αντιθέσεις. Η αγροτική πλειοψηφία εξακολουθούσε να φέρει βαρείς φόρους και υποτελείς υποχρεώσεις προς Οθωμανούς τιμαριούχους ή τους τοπικούς προκρίτους. Επιπλέον, καθώς οι μεγαλέμποροι συσσώρευαν δύναμη, δημιουργούνταν κοινωνικές εντάσεις. Στις παραμονές της Επανάστασης σημειώθηκε μάλιστα οικονομική ύφεση. Μετά το τέλος των Ναπολεοντείων πολέμων (1815), το εμπόριο και η ναυτιλία των Ελλήνων υπέστησαν πλήγμα: η επιστροφή των μεγάλων δυνάμεων στο εμπόριο και η εισβολή φθηνών βιομηχανικών προϊόντων της Ευρώπης έφεραν κρίση. Όπως έχει επισημάνει ο ιστορικός Βασίλης Κρεμμυδάς, την περίοδο 1817-1820 παρατηρήθηκε κατακόρυφη πτώση στο εμπόριο και τη ναυτιλία, πτωχεύσεις πολλών εμπόρων σε σημαντικά κέντρα (Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη, Τεργέστη) και γενική κρίση που έπληξε ιδιαίτερα την ανερχόμενη αστική τάξη.
Αυτή η οικονομική αναταραχή αποδυνάμωσε προσωρινά την ισχύ των αστών Ελλήνων και έφερε αναβρασμό, κάνοντας ορισμένους εξ αυτών πιο πρόθυμους να ριψοκινδυνεύσουν σε μια εξέγερση καθώς έβλεπαν να περιορίζονται οι προοπτικές τους.
Την ίδια στιγμή, η ίδια η Οθωμανική Αυτοκρατορία βρισκόταν σε παρακμή. Από τον 17ο-18ο αιώνα παρουσίαζε σημάδια διοικητικής και στρατιωτικής εξασθένισης: η κεντρική εξουσία είχε αποδυναμωθεί, οι τοπικοί πασάδες συχνά δρούσαν αυτόνομα και η διαφθορά ήταν εκτεταμένη.

Ιδεολογικές ζυμώσεις: Ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός και η γέννηση του ελληνικού εθνικού κινήματος
Παράλληλα με τις κοινωνικές εξελίξεις, μια ιδεολογική επανάσταση λάμβανε χώρα στις συνειδήσεις των μορφωμένων Ελλήνων. Ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός του 18ου αιώνα, με τις ριζοσπαστικές του ιδέες, επηρέασε βαθιά τον υπόδουλο ελληνισμό
Οι Διαφωτιστές αμφισβήτησαν τις παραδοσιακές αντιλήψεις και την απολυταρχία, προώθησαν την ανεξιθρησκία, τον ορθό λόγο, την επιστημονική σκέψη και τα ιδανικά της ελευθερίας, της ισότητας και της δημοκρατίας. Αυτά τα νέα ιδανικά διαπότισαν και τους Έλληνες λογίους, ιδιαίτερα όσους ζούσαν στα μεγάλα ευρωπαϊκά κέντρα. Έλληνες διανοούμενοι όπως ο Αδαμάντιος Κοραής (1748-1833) έγιναν φορείς μεταλαμπάδευσης των διαφωτιστικών αξιών στον ελληνικό χώρο.
Τυπικό παράδειγμα αποτελεί ο Ρήγας Βελεστινλής (Φεραίος), ο οποίος επηρεάστηκε από τη Γαλλική Επανάσταση και οραματίστηκε μέσα από τα επαναστατικά του κείμενα (όπως η Χάρτα και ο Θούριος) μια βαλκανική εξέγερση ενάντια στον δεσποτισμό – πληρώνοντας το όραμά του με τη ζωή του το 1798. Ο Ρήγας έχει χαρακτηριστεί «πρωτομάστορας της Ελληνικής Εθνεγερσίας», καθώς ενέπνευσε με τις ιδέες του την έννοια της εθνικής απελευθέρωσης.
Δεν ήταν όμως μόνο τα βιβλία. Οι πρακτικές εμπειρίες έπαιξαν και αυτές ρόλο. Πολλοί Έλληνες ταξιδιώτες, έμποροι ή ναυτικοί που γύριζαν από τη Δύση, έφερναν μαζί τους ιστορίες και ιδέες για τα επαναστατικά κινήματα που συγκλόνιζαν την Ευρώπη. Η Αμερικανική Επανάσταση (1776) και κυρίως η Γαλλική Επανάσταση (1789) είχαν τεράστιο αντίκτυπο. Η Γαλλική Επανάσταση πρόβαλε έμπρακτα το πρόταγμα της κατάργησης της τυραννίας και της εγκαθίδρυσης μιας κυβέρνησης βασισμένης στη λαϊκή κυριαρχία, κάτι που ενθουσίασε τους υπόδουλους λαούς. Μάλιστα, ο ίδιος ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης αργότερα θα γράψει χαρακτηριστικά στα Απομνημονεύματά του πως «η Γαλλική Επανάσταση μάς άνοιξε τα μάτια».
Δεν είναι τυχαίο που ελληνικές περιοχές είχαν άμεση εμπειρία: τα γαλλικά στρατεύματα του Ναπολέοντα βρέθηκαν στα Ιόνια νησιά τη δεκαετία του 1790, ενώ μερικοί Έλληνες πολέμησαν στο πλευρό των Γάλλων, αποκτώντας πολύτιμη στρατιωτική εμπειρία. Έτσι, οι Έλληνες απέκτησαν συνείδηση ότι ο ξεσηκωμός ενάντια στην καταπίεση ήταν εφικτός και νομιμοποιημένος από το πνεύμα της εποχής.
Το ελληνικό εθνικό κίνημα διαμορφώθηκε λοιπόν μέσα σε αυτό το κλίμα. Ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα, εμφανίστηκαν οι πρώτες εκφράσεις ελληνικού εθνικισμού: η ιδέα ότι οι ελληνόφωνοι ορθόδοξοι δεν είναι απλώς μια θρησκευτική κοινότητα της αυτοκρατορίας, αλλά ένα έθνος απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων, με δικαίωμα στην αυτοδιάθεση. Τα επαναστατικά συντάγματα που θα συνταχθούν αργότερα κατά τη διάρκεια του Αγώνα (από την Πρώτη Εθνική Συνέλευση κ.ο.κ.) επιβεβαιώνουν ότι οι ίδιοι οι επαναστάτες έβλεπαν την Επανάσταση ως έναν εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα – έναν πόλεμο ανεξαρτησίας για τη δημιουργία εθνικού κράτους.
Πρόκειται για μια αντίληψη επηρεασμένη από το γενικότερο ρεύμα του ευρωπαϊκού ρομαντικού εθνικισμού της εποχής, που σύντομα θα οδηγήσει και σε άλλες εξεγέρσεις λαών (στην Ιταλία, στη Λατινική Αμερική κ.α.). Στο ιδεολογικό αυτό υπόβαθρο, ο Ελληνισμός του 1821 ήταν τέκνο της εποχής του – «ιδεολογικό και πολιτικό τέκνο της ευρύτερης εποχής του» σημειώνει σύγχρονος ιστορικός. Όπως έγραψε ήδη από τον 19ο αιώνα ο Βρετανός ιστορικός George Finlay, «οι ίδιες ηθικές και πολιτικές αιτίες που γέννησαν τη Γαλλική Επανάσταση γέννησαν και την επανάσταση στην Ελλάδα»
Η Φιλική Εταιρεία και η προετοιμασία της εξέγερσης
Βασικό κομμάτι στα πολιτικά αίτια είναι η οργάνωση της Επανάστασης από τους ίδιους τους Έλληνες. Οι ιδέες του Διαφωτισμού και το αίτημα για ανεξαρτησία έπρεπε να μετατραπούν σε πράξη. Αυτόν τον ρόλο ανέλαβε η Φιλική Εταιρεία, μια μυστική οργάνωση που ιδρύθηκε το 1814 στην Οδησσό από τρεις πατριώτες εμπόρους (Νικόλαος Σκουφάς, Αθανάσιος Τσακάλωφ, Εμμανουήλ Ξάνθος).
Σκοπός της ήταν να προετοιμάσει συντονισμένα μια πανελλήνια εξέγερση. Μέσα σε λίγα χρόνια, η Φιλική Εταιρεία κατόρθωσε να δημιουργήσει ένα εκτεταμένο δίκτυο συνωμοτών σε όλο τον ελληνικό χώρο – από τη Μολδαβία έως την Πελοπόννησο. Εκατοντάδες μέλη μυήθηκαν, προερχόμενα από όλες τις τάξεις: προεστοί, έμποροι, κληρικοί, οπλαρχηγοί (κλέφτες και αρματολοί), νησιώτες καραβοκύρηδες αλλά και διανοούμενοι
Το γεγονός ότι τόσο ετερόκλητες κοινωνικές ομάδες συμμετείχαν στην οργάνωση δείχνει πως το αίτημα για ελευθερία είχε διαπεράσει πλατιά την ελληνική κοινωνία – από τον φτωχό αγρότη μέχρι τον λόγιο της διασποράς.
Η Φιλική Εταιρεία κατάφερε να καλλιεργήσει το πνεύμα του ξεσηκωμού. Με μυστικές επιστολές και απεσταλμένους, διέδιδε ελπίδα στους υπόδουλους ότι πλησιάζει η ώρα της λευτεριάς. Χρησιμοποίησε ακόμη και φημολογία περί επικείμενης βοήθειας από μεγάλες δυνάμεις, όπως η ομόδοξη Ρωσία, για να εμψυχώσει τον λαό.
Αν και στην πραγματικότητα καμία μεγάλη δύναμη δεν υποκίνησε άμεσα την Ελληνική Επανάσταση, η πίστη σε ξένη υποστήριξη έδινε θάρρος στους μυημένους. Τελικά, τον Φεβρουάριο του 1821 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, αρχηγός της Φιλικής και αξιωματικός του ρωσικού στρατού, κήρυξε την επανάσταση στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Η εξέγερση εκεί καταπνίγηκε, όμως λειτούργησε ως προάγγελος για ό,τι θα ακολουθούσε στον νότο. Στις 25 Μαρτίου 1821, σύμφωνα με την παράδοση, ο επίσκοπος Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε το λάβαρο στην Αγία Λαύρα – μια πράξη με μεγάλη συμβολική σημασία, που σήμερα τιμάται ως η επίσημη έναρξη της Επανάστασης. Πρακτικά, τις τελευταίες εβδομάδες του Μαρτίου 1821, οι επαναστάτες είχαν ήδη ξεσηκωθεί σε διάφορα μέρη της Πελοποννήσου και της Ρούμελης, κηρύσσοντας την «ελληνική επανάσταση κόντρα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία» και δίνοντας το σύνθημα της εθνικής παλιγγενεσίας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το ξέσπασμα του Αγώνα είχε και στοιχεία αυθορμητισμού. Παρόλο που η Φιλική Εταιρεία προετοίμασε το έδαφος, πολλοί τοπικοί οπλαρχηγοί και κοινότητες αποφάσισαν σχετικά αυτόνομα το πότε θα κινηθούν.
Δεν υπήρχε ενιαίο κέντρο διοίκησης στην αρχή, ούτε τακτικός στρατός. Το γεγονός αυτό έκανε την έκρηξη πιο λαϊκή υπόθεση, αλλά έφερε και δυσκολίες στον συντονισμό. Γρήγορα όμως αναδείχθηκαν ηγέτες, όπως ο Κολοκοτρώνης στην Πελοπόννησο, που ανέλαβαν να οργανώσουν τους επαναστάτες. Η δυναμική του κινήματος πλέον ήταν μη αναστρέψιμη: οι Έλληνες είχαν πάρει τα όπλα, με το σύνθημα «Ελευθερία ή Θάνατος», μετατρέποντας τα αίτια και τις ιδέες τόσων ετών σε πράξη.
Απόψεις ιστορικών για τα αίτια της Επανάστασης
Διακόσια χρόνια ιστορικής έρευνας έχουν φωτίσει ποικίλες πλευρές των αιτιών του 1821. Οι ιστορικοί συμφωνούν ότι δεν υπάρχει μία μοναδική αιτία, αλλά ένας συνδυασμός παραγόντων. Ο ήδη μνημονευθείς George Finlay, από τους πρώτους που μελέτησαν τον Αγώνα, υπογράμμισε την επίδραση των ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης στο ελληνικό εγχείρημα.
Αντίστοιχα, ο Γάλλος ιστορικός François Pouqueville (που έζησε την εποχή ως πρόξενος στη χώρα) τόνιζε τη σημασία της εθνικής συνείδησης των Ελλήνων και της καταπίεσης που υφίσταντο υπό τους Οθωμανούς ως βασικά κίνητρα της εξέγερσης.
Στον 20ό αιώνα, ο διαπρεπής Έλληνας ιστορικός Νίκος Σβορώνος ανέδειξε τον ρόλο της ανερχόμενης ελληνικής αστικής τάξης: θεώρησε την Επανάσταση του 1821 ως «αστική εθνικοαπελευθερωτική επανάσταση», όπου μια νέα κοινωνική τάξη (οι αστοί έμποροι/ναυτικοί) ηγήθηκε εναντίον της φεουδαλικής οθωμανικής δομής. Πιο πρόσφατα, ο ιστορικός Βασίλης Κρεμμυδάς επεσήμανε –όπως ήδη αναφέρθηκε– ότι η Επανάσταση δεν ξέσπασε στο απόγειο της ευημερίας αλλά μέσα σε ένα κλίμα κρίσης της τελευταίας στιγμής, καθώς οι οικονομικές δυσχέρειες έκαναν την ανάγκη για ρήξη πιο επιτακτική
Από διαφορετική οπτική, ο καθηγητής Αντώνης Λιάκος προτείνει να εντάξουμε το ’21 στο συγκρινόμενο των μεγάλων επαναστάσεων, εξετάζοντας μακροϊστορικές προϋποθέσεις όπως τις δημογραφικές αλλαγές και τις διεθνείς ισορροπίες δυνάμεων. Όλες αυτές οι απόψεις συμπληρώνουν η μία την άλλη.
Συνοψίζοντας τη στάση της σύγχρονης ιστοριογραφίας, ο ιστορικός Θάνος Βερέμης σημειώνει πως η Ελληνική Επανάσταση υπήρξε προϊόν τόσο της ελληνικής πραγματικότητας (της κοινωνικής δομής, των ηγετικών μορφών, της οθωμανικής καταπίεσης) όσο και της ευρωπαϊκής συγκυρίας (των ιδεών και των γεγονότων που ενέπνευσαν τους Έλληνες). Η αρμονική συνύφανση αυτών των παραγόντων έκανε εφικτή την επιτυχία του 1821, παρά τα τεράστια εμπόδια. Το συμπέρασμα είναι ότι η Επανάσταση του 1821 δεν ήταν αναπόφευκτη ούτε όμως τυχαία· υπήρξε το αποτέλεσμα συγκεκριμένων ιστορικών δυνάμεων που συνέκλιναν την κατάλληλη στιγμή.
Διαχρονική σημασία της Επανάστασης του 1821
Η 25η Μαρτίου 1821 έχει καθιερωθεί ως εθνική επέτειος, θυμίζοντάς μας όχι μόνο την έναρξη του Αγώνα αλλά και τους λόγους που τον γέννησαν. Η Ελληνική Επανάσταση κόντρα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για άλλους υπόδουλους λαούς και σταθμό στην ιστορία του ευρωπαϊκού 19ου αιώνα. Μέσα από τις θυσίες και τα ιδανικά του 1821 γεννήθηκε το ανεξάρτητο ελληνικό κράτος, εισάγοντας τους Έλληνες στην εποχή των εθνών-κρατών. Ταυτόχρονα, επιβεβαίωσε τη δύναμη που μπορεί να έχει ο συνδυασμός ιδεών και πράξης: οι διαφωτιστικές αξίες της ελευθερίας και της δικαιοσύνης, όταν αγκαλιάζονται από έναν λαό αποφασισμένο, μπορούν να αλλάξουν τον ρου της ιστορίας.
Σήμερα, δύο αιώνες μετά, τα αίτια της Ελληνικής Επανάστασης –η δίψα για ελευθερία, η αντίσταση στην καταπίεση, η αξία της εθνικής αυτοδιάθεσης και η επιρροή των προοδευτικών ιδεών– παραμένουν επίκαιρα και οικουμενικά. Η εξέγερση των Ελλήνων το 1821 δεν ήταν απλώς μια τοπική υπόθεση, αλλά μέρος του μεγάλου αφηγήματος των λαών που διεκδίκησαν το δικαίωμά τους να ορίζουν μόνοι την μοίρα τους. Η διαχρονική σημασία της έγκειται στο ότι μας θυμίζει πως η ιστορία γράφεται όταν οι άνθρωποι εμπνέονται από ιδανικά και ενωμένοι αγωνίζονται για έναν κοινό σκοπό. Το μήνυμα της Επανάστασης του ’21 –ότι η ελευθερία κατακτάται με πίστη, ενότητα και αγώνα– εξακολουθεί να συγκινεί και να καθοδηγεί, αποτελώντας αναπόσπαστο κομμάτι της συλλογικής μας μνήμης και ταυτότητας.
Πηγές / Βιβλιογραφία:
- Σπυρίδων Τρικούπης, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τόμ. Α΄, 1853.
- Douglas Dakin, Ο Αγώνας των Ελλήνων για Ανεξαρτησία 1821-1833, ΜΙΕΤ, 1998
- Νίκος Σβορώνος, Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας, Αθήνα: Θεμέλιο, 1976.
- Βασίλης Κρεμμυδάς, «Η οικονομική κρίση στον ελλαδικό χώρο στις αρχές του 19ου αιώνα και οι επιπτώσεις της στην Επανάσταση του 1821», στο Διπλό ταξίδι. Ψηλαφήσεις ενός ιστορικού, Μουσείο Μπενάκη, 2009
- Θάνος Βερέμης – Γιάννης Κολιόπουλος, Η Ελλάδα: μια σύγχρονη ιστορία, Αθήνα: Καστανιώτης, 2006.